- ανισοψηφία
- η неравенство числа голосов
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ανισοψηφία — η ανισότητα στον αριθμό των ψήφων, μη ισοψηφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανισόψηφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1840 στο Ιταλοελληνικό Νομοτεχνικό Λεξικό] … Dictionary of Greek